Wednesday 22 June 2011

Θάλασσα: Τα ξεχασμένα δάκρυα των γιγάντων - Στο λιμάνι

Μία ακόμη όμορφη μέρα ξεκίνησε
σαν ένα γερό καράβι που μόλις εγκαινιάστηκε
για τόπους άγνωστους, τόπους πέρα από κάθε φαντασία
με πλήρωμα άγνωστο, πλήρωμα λαθραίο και πλήρωμα αγαπημένο
και στην διαδρομή θα φανεί ποιος έκοψε εισιτήριο
ποιος μπούκαρε και ποιος με ψεύτικα χαμόγελα επιβιβάστηκε

μα δεν ανησυχώ και πολύ για όλα αυτά
γιατί είμαστε ακόμα στο λιμάνι, αγάπη μου
και σαλπάρουμε σε λιγάκι
με όλες τις βαλίτσες μας γεμάτες
έτοιμες να μας ακολουθήσουν παντού
και θα δεις πως, αυτό το ταξίδι όμορφο θα είναι
όπως και το χθεσινό, αλλά και το αυριανό

Και τώρα πρέπει να βιαστούμε
γιατί ήδη ακούω τα φουγάρα να μας χαιρετάνε
Τρέξε λοιπόν, τρέξε!
άσε λίγο το μυαλό σου στα χέρια μου
και τώρα, χαμογέλασε μου
Μα, γιατί σε καθυστερώ,ο αφελής;
το καράβι μας φεύγει σε λίγο
Ας μην αργήσουμε ξανά
γιατί ακόμη μία όμορφη μέρα ξεκίνησε
και είμαστε μαζί.



Tuesday 21 June 2011

Θάλασσα: Τα ξεχασμένα δάκρυα των γιγάντων - Η αφή

Θάλασσα

Η αφή

  Αφή γλυκιά. Αφή τρυφερή και παθιασμένη. Σαν να χαϊδεύεις εκείνα τα πορφυρά μα εύθραυστα λουλούδια που μόλις διέσχισαν το μυαλό μου, αναίτια, για ακόμη μία φορά. Τότε, που βουτάς στα πιο σκοτεινά σοκάκια της, γνωρίζοντας πως μπορεί να μην γυρίσεις ποτέ πίσω, για να αντικρίσεις τα μάτια αυτά που αγαπάς, κάπου εκεί έξω, στη μακρινή στεριά. . Παίρνεις συνειδητά όρκο απαραβίαστο, υποθηκεύοντας τα πάντα, αμετάκλητα, για να χυθείς σε έναν αγώνα με θεριό ανίκητο, με αποτέλεσμα αβέβαιο και όνειρα ετοιμόρροπα. Μαγεύεσαι απ΄ το τραγούδι των Σειρήνων, νομίζεις πως βρήκες και εσύ την Ιθάκη σου. Αλλά δεν σε αδικώ. Και εγώ αυτό πιστεύω.Ναι. Θαρρείς πως, ανακάλυψες την απόλυτη λύτρωση, την πεμπτουσία του κόσμου αυτού, τη φιλοσοφική λίθο που θα σε ανταμείψει με σκόνη μαγική, σκόνη πολύχρωμη.


  Και όμως, αυτό σημαίνει για μένα η θάλασσα. Όταν με αγκαλιάζει με τα μακρυά της δάχτυλα, εκείνα τα άκαμπτα, ψυχρά και ρυτιδιασμένα άκρα της, νομίζω πως με τρυπάνε ατσάλινες βελόνες, το κορμί μου πως αιμορραγεί και παντρεύεται το κόκκινο με το μπλε. Μα, κοίτα ξανά,λέω. Όλα είναι εκεί, στη θέση τους. Να σε περιμένουν. Και όταν είσαι έτοιμος, ξεκινά το ταξίδι για το πάτο της αβύσσου. Ταξίδι μελωδικό, μοναχικό και γοργό.  Μα εγώ ,κάθε φορά, εύχομαι να διαρκέσει για πάντα, μέχρι να χαθείς εσύ. Μέχρι τα πνευμόνια μου να σκάσουν, μέχρι το αίμα μου να χυθεί και να μείνω κάτι λιγότερο από ένα άψυχο κουφάρι. Γιατί, όλα εκεί κάτω, φαντάζουν πιο όμορφα. Γιατί, όσο και να προσπαθήσεις, ξέρεις πως θα χάσεις. Ξέρεις πως πέθανε και η ελπίδα. Και αφού, επιτέλους, νίκησες την ελπίδα, που τόσο αχόρταγα ρούφαγε το μυαλό σου σαν βδέλλα, μπορείς να χαμογελάσεις. Να χαμογελάσεις στραβά, για άλλους τόπους. Για τόπους πέρα από τη θάλασσα...

Θάλασσα: Τα ξεχασμένα δάκρυα των γιγάντων- H ακοή

Θάλασσα

 Η ακοή

 Ήχοι μαγικοί. Σαν να τραγουδούν γοργόνες ενός σκουριασμένου βασιλείου στο βυθό της αβύσσου. Παφλασμοί των κυμάτων στην ακτή, να διώχνουν τα χρωματιστά αδύναμα βότσαλα, για να φέρουν νέα-δήθεν πιο δυνατά και καλοσχηματισμένα -για να κρατήσουν τη δύναμη του κυρίου τους. Της θάλασσας. Αλλά και όταν νευριάζει, πάλι πανέμορφη είναι. Όταν τα παιδιά της στέλνει να σαρώσουν την ακτή, όταν την βροντερή φωνή της ξεσπά πάνω στα άμοιρα βράχια- που απαιτεί να αντέξουν στην δίνη της , για να τα τιμωρήσει και πάλι αργότερα. Τότε οι ήχοι θαρρώ πως είναι τρομεροί. Μα δεν χρειάζεται να φοβάσαι, και πάλι.


 Αυτούς τους τσαλακωμένους και μπερδεμένους ήχους λέω,ναι, μην τους φοβάσαι

Και οι κύκλοι αυτοί της θάλασσας,δεν έχουν τελειωμό! Μέχρι να αρχίσει ο επόμενος, να σου τραγουδήσει τα ήρεμα εκείνα ξεφτισμένα τραγούδια, που σιγομουρμουρά απ'την αρχή του κόσμου. Γιατί μερικά πράγματα, μένουν για πάντα τα ίδια. Και, όπως η θάλασσα, σου απαγγέλνουν τα χιλιοειπωμένα αδειανά καβούκια τους.

Tuesday 7 June 2011

για μία αγάπη που ποτέ δεν έλεγε να πάψει


Η παράκληση
Να μην κουραστείς να περιμένει εκεί
Εκεί, στου μυαλού μου την πρώτη σκέψη
στης μάχης την πρώτη γραμμή
στο μέτωπο πρώτος, και ας είσαι μόνος
Εκεί, για να σου δώσω το χρυσό
και ας άργησες να τερματίσεις
μία ζωή δίπλα μου, και όχι απέναντι
Κυρίαρχος του κόσμου
του κόσμου μου
Δυνάστης αγαπημένος
πολυπόθητος, και ας χάθηκε η ελευθερία
του έρωτά μου ταγός
της καρδιάς μου το πιο γλυκό χαμόγελο
του τέλους μου η συνέχεια

Οι αναμνήσεις 


Εκεί, στον πλακόστρωτο δρόμο με τα πολύχρωμα λουλούδια
με τις μυρωδιές τις άπειρες, τις χιλιοπαντρεμένες
τα όνειρα που μπερδέυαμε κάτω από τα αστέρια μας
όταν τον ήλιο αντικρύσαμε από ψηλά-γιατί και αυτόν περάσαμε, ναι
και γελάγαμε μαζί και πλάθαμε τον έρωτά μας, θυμάσαι?
που με τις σκέψεις μας ραντίσαμε το μέλλον
τότε, που τα χέρια μας ενώσαμε και τίποτα δεν θα μας χώριζε
όταν για αγάπη μιλάγαμε και η φύση σώπαινε
που ψιθυριστά σου τραγουδούσα και απαλά πετούσαν οι αγαπημένες σου λέξεις
που κοκκίνιζα με τις αγαπημένες σου λέξεις
γιατί ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω το γιατί
Τότε, που όλα έμοιζαν να με αγαπάνε
που ορκιζόμασταν πως τίποτα δεν θα μας διέλυε
που η αδιαφορία κοιτούσε και ζήλευε την αγάπη
που τα κόρμια μας ενώνονταν σε ένα, και τίποτα δεν μπορούσε να μας χωρίσει
όταν το πάθος μας άνθιζε και τους πόθους μας σβήναμε,
και σιγοτραγουδάγαμε τις ομολογίες μας,
για μία αγάπη που ποτέ δεν έλεγε να πάψει


Ευχαριστώ που υπάρχεις


Sunday 5 June 2011

Η σύγχυση του μυαλού μου

Η νύχτα αυτή δεν θα διαφέρει και πολύ απ'τις υπόλοιπες
όσες περάσανε, και όσες περιμένω χωρίς να ξέρω το λόγο
ίσως μάταια
στη γωνιά μου, ξανά στο μισοσκόταδο
η μία πλευρά στο φως, η άλλη στο σκοτάδι

Απόψε νιώθω τιποτένιος μάγειρας
ανακατεύω αιχμηρές αναμνήσεις και αγκαθωτές σκέψεις
χωρίς καμία συνταγή
απλά παραδωμένος στην απειρία μου

Και αναρωτιέμαι ξανά, αι οι σβούρες που στροβιλίζουν στο μυαλό μου
Άραγε υπήρξαν κάποτε; ή οφθαλμαπάτη είναι;
Γιατί μόνο άπιαστες σκιές μπορώ να αγαπήσω...
 

Saturday 4 June 2011

Η γραμμή που τελείωσε


Μία απ' τις νύχτες που σε κάνουν να αναπολείς τα παλιά
να νοσταλγείς το χαμένο χαμόγελο, την κλεμμένη χαρά

Ούτε να κλαις δεν θυμάσαι, είμαι σίγουρος
και τα χείλη που σου δώσανε,με τη μία αχρήστευσες
λησμονώντας αυτά για τα οποία σου χαρίστηκε η ζωή

Χάλασες και εσύ, και ας ξεκίνησες με τόσο πάθος
με καλάθι γεμάτο έρωτα,γεμάτο κίνηση μαγική
άλλοτε ανθισμένα λιβάδια ονειρευόσουν
πλέον να νιώσεις δε μπορείς
να φιλήσεις, να καείς, να λαμπαδιάσεις από έρωτα
ακόμα και τα μάτια σου που τόσο αγαπούσα
άψυχες πέτρες γίνανε, σαν μονομιάς να πάγωσαν

Οι σκέψεις σου ξένες για μένα
άλλοτε τις λάτρευα, πλέον να με αγγίξουν ανίκανες

Μα δε θέλω να με κοιτάς έτσι, με αυτό το αποτυχημένο στραβό χαμόγελο
που τόσο πάσχιζα να μιμηθώ, και τόσο αδέξια το πετύχαινα

Τι σου είναι τα εκμαγεία, ψάθινοι άνθρωποι
φτιαγμένοι απο αέρα
για να τους πάρει ο πρώτος άνεμος
και να σου φέρει τους επόμενους

Ρυτίδιασες, και ας είσαι ακόμη νέος

Μα, σε παρακαλώ, μην τρέξεις να γλιτώσεις, δε μπορείς
μπροστά σου είναι αυτός που φοβάσαι
αυτός που σε αγάπησε και σε πήγωσε πιο πολύ απ' το θάνατο

εγώ σε σάπισα, σαν νεκρό κουφάρι

Ανέκαθεν ντρεπόμουν να κοιτάω εσένα
Ανέκαθεν ντρεπόμουν να κοιτάω τον καθρέφτη


Σήμερα πάλι τελευταίος τελείωσα

Δεν είναι περίεργο
Το ήξερα πως τελευταίος θα τερμάτιζα για ακόμη μία φορά
Δεν είναι ούτε η πρώτη, άλλωστε, ούτε η τελευταία
[...]
Όσο γρήγορα και αν έτρεχα, οι άλλοι με προσπέρασαν τόσο γρήγορα!
Δεν τους ξέρω - Ή μάλλον, τους ξέρω
Είναι οι γνωστοί άγνωστοι απ'το μέρος που φοβάμαι πιο πολύ

Εσύ τους άφησες να με νικήσουν.Μπορούσες να κλέψεις, για να βγώ εγώ πρώτος. Μα δεν το έκανες.

Εντάξει, ούτε αυτό είναι περίεργο
Ανέκαθεν τελευταίος τερμάτιζα
και ας έλεγες πως τρόπαιο σήκωνα στης καρδιάς σου το πιο ψηλό βάθρο

Μα δεν είναι αγάπη αυτό. Έτσι δεν είναι? Πάντα πρώτος δεν θα έπρεπε να φτάνω στο τέλος?

Το τέλος
Μοίαζει τόσο μακρινό για μας! Ούτε στον ορίζοντα δεν αχνοφαίνεται, να φανταστείς

Μα φοβάμαι τους νικητές
που πάντα πρώτοι τερματίζουν
και όλα σου τα κλέβουν απ' εμένα
Το χαμόγελο και την καρδιά
Για μένα αυτά είσαι εσύ
Τίποτα παραπάνω, τίποτα παρακάτω
και στο λέω τόσες φορές
δεν το νιώθεις στα μάτια μου;

όμως δεν κουράστηκα ακόμα
γιατί δύναμη απ'εσένα παίρνω αιώνια
και τα μάτια σου θα συνεχίζω να κοιτώ
και την καρδιά σου να πολιορκώ
και ας τερματίζω για πάντα τελευταίος
όπως και σήμερα

Η γλύκα του πόνου



Απόψε δε με νοίαζουν και πολύ τα λόγια
γιατί εκδίδομαι από νωρίς το απόγευμα
χωρίς να προσδοκώ μήτε λεφτά, μήτε κανένα πάθος φοβερό
παρά αιώνια λήθη
απ'το χάος της ζωής να κρυφτώ
έστω για ένα βράδυ, μονάχα
και απ'τον πόνο της καρδιάς, στον πόνο του σώματος να περάσω
μήπως ξεγελάσω τον εαυτό μου
ελπίζοντας, τάχα, πως υπάρχουν πιο όμορφα πράγματα απ'τα θαλασσινά σου μάτια.

Και το βράδυ αυτό θα πυρποληθώ
Τη σάρκα μου θα κάψω
στην ηδονή της μίας στιγμής να στροβιλιστώ
μήπως σε εξοβελίσω απ το μυαλό μου
γιατί την καρδιά, προπολλού την άλλωσες

Με όλους τους αλήτες θα ξημερωθώ
χωρίς να φοβάμαι τίποτα απολύτως
σκοπός ο πόνος ήταν
και τον σκοπό τον πέτυχα
Μα κοίτα να δεις
που εσένα σκέφτομαι πάλι το πρωί, όπως κάθε πρωί
και το ξένο σώμα ανίκανο να σε απεγκλωβίσει από μέσα μου

Τον θάνατο που ανέχομαι μαρτυρικά τις τελευταίες μέρες
θεώρησα πως γιατρειά της θλίψης , ο πόνος είναι
και τον ίδιο το θάνατο κάλεσα σε δείπνο
χάρη ζητώντας
να με λυτρώσει.

Μα τα λόγια βάρυναν,και το σώμα να αιμορραγεί ξεκίνησε πάλι

Καρτερικά θα προσδοκώ
το επόμενο βράδυ
στον πόνο να χαθώ ξανά
την λήθη επιζητώντας μαρτυρικά
γιατί το να εκδίδομαι έγινε συνήθεια
και ο θάνατος θερμά καλοδεχούμενος
το επόμενο πρωί.

---
Η ιδέα? Η ιστορία μίας πόρνης.

Το ταξίδι

Ξύπνησα
νιώθω σαν μην πέρασε ούτε ένα  λεπτό απ' τη στιγμή που σε αποχαιρέτησα
για ακόμη μια φορά χάθηκα στη ρουφίχτρα των σκέψεων

Ήταν μακρινό το ταξίδι αυτό, ομολογώ
όπως και όλα όσα κάνουμε μαζί εγώ με την καρδιά σου, χωρίς να έχεις ιδέα
τότε που σβήναμε τα μάτια μας
και φεύγαμε για μέρη μακρινά
Το πήγαινε μου ήταν πάντοτε ευχάριστο
μα στην επιστροφή είχα κάποιο πρόβλημα

Αυτή η φορά όμως ήταν διαφορετική
γιατί ήταν τελευταία που ταξιδεύαμε μαζί
και πλέον μόνος μου θα ονειρεύομαι

Αλλά Μάλλον δεν έχει σημασία που ετοίμαζα βαλίτσες από καιρό