Monday 19 September 2011

Ό,τι δεν αγαπάς πεθαίνει



Και όλα πάνε μπροστά.


   Γιατί και να θέλω να γυρίσω πίσω, δεν με αφήνεις. Ξεχνάς τις αλυσίδες που μου πέρασες και τώρα τραγουδάς σαν Σειρήνα γλυκιά, το τραγούδι σου να με κερδίσει , δύο φορές σκλάβος να γίνω.

Θέλω. Πολύ. Του ζόφου η φυλακή σου , ο πιο λαμπρός μου παράδεισος. Το γκρι σου, το απέραντο γαλάζιο της ελευθερίας μου που σου παρέδωσα αμαχητί. 

  Και μένω εκεί. Έμενα εκεί. Με αλυσίδες σκουριασμένες, ατσάλινες να μου σπάνε τα κόκκαλα σαν να είναι κλαδάκια του δάσους. Και δεν κλαίω. Γιατί δεν πονάω. Μόνο μια φορά έκλαψα γιατί τότε πόνεσα. Γιατί τότε έχασα τις αλύσιδες...και ήσουν εσύ που τις γκρέμισες και είπες ''φύγε μακρυά''. Αυτό και αν πόνεσε. Τώρα δεν θέλω να τις φορέσω. Σαν πεισματάρικο παιδάκι. Γιατί με έχουν συνθλίψει. Και φοβάμαι πως δεν πρόκειται να τις βγάλω ποτέ ξανά. 

Ζαρώνω. Κουλουριάζομαι και καταρρέω μπροστά απ'το δέντρο μας. Μπροστά στα έντρομα μάτια της φύσης. Με καλεί, το νιώθω. Το ακούω. ''Μιχαήλ Άγγελε'' ουρλιάζει με φωνή που βγαίνει απ' τον καταρράκτη τον πιο ψηλό. Διαλύομαι και σβήνω τα μάτια μου.  Συνθλίβομαι στο παγωμένο έδαφος. όπως γεννήθηκα, έτσι χάνομαι. Μα το βάρος της αλυσίδας σου ασύγκριτο μένει , και πάλι σαν πούπουλο αισθάνομαι. Χαμόγελο χαράς με δάκρυα πόνου γεννούν στάχτες και την πιο εύμορφη αρχή. Το βλέπεις, και ας κατάβασες των ματιών σου τα πιο βαριά παράθυρα.

  Ορθώνομαι άτσαλα μπροστά στο δέντρο μας. Κάηκε. Δεν το πότισα αρκετά με δάκρυα;

  Δύο μαραμένα πόδια σκελετού και ένα κορμί απλά για να σε αφήνει στον κόσμο της ύλης.

  Περπατώ ξανά. Τα πρώτα βήματα πάντα πονούν. 

  Η πρώτη αναπνοή. Ανοίγω τα πνευμόνια σαν σάπια βαρέλια κρασιού και αισθάνομαι πως πνίγομαι.

  Δεν μπορώ να χαμογελάσω ακόμα. Δεν έχω χείλη μήτε κάποιο χέρι δυνατό για να τα στραβώσω στο ύφος χαμόγελου. Έστω και νεκρού.

Όμως ορκίζομαι στους ζωντανούς εραστές.



No comments: